Πολίτες που ζούσαν στην πόλη τον Οκτώβριο του 1993 θυμούνται τα όσα βίωσαν. Μιλούν για τους αγαπημένους του που σκοτώθηκαν και εκφράζουν το παράπονο ότι την ιστορία την έγραψαν μόνοι οι Αμερικάνοι
Την επονομαζόμενη «Μάχη του Μογκαντίσου» επαναφέρει στο προσκήνιο ένα ντοκιμαντέρ του Netlflix. Η ιστορία έχει αποτυπωθεί στην κοινή μνήμη μέσω της ταινίας «Black Hawk Down» και έχει επικρατήσει πλήρως το αμερικάνικο αφήγημα για το τι συνέβη στις 3 και 4 Οκτωβρίου 1993 στην πρωτεύουσα της Σομαλίας. Τι λένε όμως κάτοικοι της πόλης που βίωσαν τα γεγονότα. Πώς φτάσαμε όμως στην πτώση του «Black Hawk» και στο θάνατο 18 Αμερικανών στρατιωτών και εκατοντάδων Σομαλών.
Οι ΗΠΑ είχαν αναπτύξει στρατό στην αφρικανική χώρα από το 1992. Πήγαν εκεί για να υποστηρίξουν μια αποστολή του ΟΗΕ που πρόσφερε ανθρωπιστική βοήθεια για την ανακούφιση λιμού ο οποίος προκλήθηκε, εν μέρει, από την κατάρρευση της κεντρικής κυβέρνησης. Στην χώρα μαινόταν ένας εμφύλιος μεταξύ ομάδων ανταρτών. Μια από αυτές ήταν η Σομαλική Εθνική Συμμαχία της οποίας ηγείτο ο πολέμαρχος Μοχάμεντ Φαρά Αϊντίντ.
Στις 5 Ιουνίου 1993 δυνάμεις του Αϊντίν επιτέθηκαν σε Πακιστανούς στρατιώτες του ΟΗΕ. Σκότωσαν 24 και τραυμάτισαν 54. Η σφαγή αυτή άλλαξε τα δεδομένα με τις ΗΠΑ πλέον να μπαίνουν ενεργά στις μάχες και να έχουν ως στόχο τους τον Σομαλό πολέμαρχο.
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1993 ένα αμερικανικό ελικόπτερο Black Hawk δέχθηκε βολή από RPG. Έπιασε φωτιά αλλά ο πιλότος κατάφερε να το κρατήσει στον αέρα και να το οδηγήσει σε περιοχή που ήλεγχε ο ΟΗΕ. Η προσγείωση ήταν ανώμαλη και σκοτώθηκαν τρία μέλη του πληρώματος. Το χτύπημα αυτό «δίδαξε» τους Σομαλούς ότι το αμερικάνικα ελικόπτερα δεν είναι άτρωτα.
Κατά τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ στις 3 και 4 Οκτωβρίου θα κατάφερναν να καταρρίψουν δύο και να προκαλέσουν στον ισχυρότερο στρατό του κόσμου την ντροπιαστικότερη ήττα μετά το Βιετνάμ. Με βολές από ελικόπτερα αλλά και στη μάχη που ακολούθησε δεκάδες άμαχοι πολίτες του Μογκαντίσου θα έπεφταν νεκροί.
Η Μπίντι Άλι Γουαρντίρι ήταν 24 ετών τότε και μαζί με την μητέρα της είχαν επισκεφθεί συγγενείς. «Όλα ήταν ήρεμα. Κανείς δεν ήξερε ότι θα γίνει επίθεση» θυμάται. Οι Αμερικάνοι είχαν πληροφορίες ότι ο Αϊντίντ είχε συνάντηση με τους ανώτατους αξιωματούχους του σε ένα ξενοδοχείο. Στόχος ήταν με μια αστραπιαία επίθεση από αέρος να τον σκοτώσουν. Δεν τα κατάφεραν.
«Λίγο μετά τις 15:30 ακούσαμε ισχυρές εκρήξεις. Το να ακούς εκρήξεις και πυροβολισμούς ήταν κάτι σύνηθες. Αλλά αυτή τη φορά το μέγεθος και το ωστικό κύμα ήταν πρωτοφανές. Ανέβηκα στην ταράτσα και διαπίστωσα ότι οι μάχες γίνονταν στη γειτονία» τονίζει η Μπίντι.
Στις 16:20 και 16:40 οι Σομαλοί κατέρριψαν τα δύο ελικόπτερα. Αντάρτες και πολίτες τα περικύκλωσαν ενώ οι Αμερικάνοι ξεκίνησαν αποστολή διάσωσης. «Φοβήθηκα για την οικογένεια μου και έτρεξα να πάω στο σπίτι. Δεν μπορώ να ξεχάσω τα σκορπισμένα πτώματα στους δρόμους. Έφτασα στο σπίτι στις 18:00 και ευτυχώς όλοι ήταν καλά» θυμάται.
Οι ήχοι από τις μάχες καταλάγιασαν και η Μπίντι αποφάσισε να φτιάξει τσάι. Ξαφνικά μια βολή ελικοπτέρου χτύπησε το σπίτι της. Ένιωσε το χέρι της να κόβεται και έπεσε στο πάτωμα. Κάποιος έπεσε από πάνω μου. «Ένιωθα κάτι ζεστό να τρέχει πάνω στο κεφάλι μου. Σκέφτηκα από μέσα μου: Ποιος άνοιξε το ζεστό νερό; Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι ήταν το αίμα της γειτόνισσας που είχε πέσει από πάνω μου. Είχε έρθει στο σπίτι μας για ασφάλεια» τονίζει.
Μέσα στις επόμενες ώρες θα έχανε τον σύζυγο της και τους δύο γιούς της, 13 και 14 ετών. Τα άλλα τέσσερα παιδιά της τραυματίστηκαν όπως και ο αδελφός της ο οποίος αργότερα υπέκυψε στα τραύματά του. Η κόρη της Μπίντι, Ιφρά ήταν μόλις 4 ετών και από το χτύπημα τυφλώθηκε για πάντα. Ο μεγαλύτερος γιός της αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα ψυχολογικά προβλήματα.
Ο εικονολήπτης Άχμεντ Μοχάμεντ Χασάν ήταν 29 ετών τότε. Είχε καλύψει πολλές μάχες και ακούγοντας τις εκρήξεις κατάλαβε ότι έχει να κάνει με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τις συνηθισμένες συγκρούσεις με καλάσνικοφ. Έπιασε την κάμερα του και άρχισε ενστικτωδώς να καταγράφει το χάος που εκτυλισσόταν. Κατευθύνθηκε προς την καρδιά της μάχης. «Αν και αυτή η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική από αυτές στις οποίες είχα δουλέψει πριν, αποφάσισα να καταγράψω αυτά τα γεγονότα και να αναλάβω αυτή την ευθύνη» λέει.
Την πρώτη μέρα κατέγραψε μερικές από τις μάχες μεταξύ των στρατιωτών των ΗΠΑ και των Σομαλών. Τη δεύτερη μέρα τον οδήγησαν σε ένα σπίτι όπου κρατούνταν ο Αμερικανός πιλότος Μάικλ Ντουράντ. Τον είχαν βγάλει οι Σομαλοί αντάρτες από τα συντρίμμια και τον κρατούσαν αιχμάλωτο.
Ο Άχμεντ κινηματογράφησε τον νευρικό και χτυπημένο Αμερικανό που είχε αρκετές ουλές στο πρόσωπό του. Διακρίνεται να επιβεβαιώνει την ταυτότητά του ενώ αναπνέει βαριά και να ρίχνει μια ματιά στο πλάι σε έναν ανακριτή, ο οποίος είναι εκτός πλάνου.
«Μέχρι εκείνο το σημείο, ούτε οι ΗΠΑ ούτε ο Αϊντίντ γνώριζαν ότι ο πιλότος είναι αιχμάλωτος. Έδωσα τις βιντεοκασέτες σε ένα αεροπλάνο του ΟΗΕ που πετούσε καθημερινά από το Μογκαντίσου στο Ναϊρόμπι. Η πρώτη αναφορά της μάχης στο Μογκαντίσου που έφτασε στον κόσμο ήταν από τα πλάνα που κατέγραψα. Εκείνη την εποχή, δούλευα ως ελεύθερος επαγγελματίας για το CNN» τονίζει ο Άχμεντ.
Οι εικόνες που κατέγραψε ο Αχμέντ έγιναν πρωτοσέλιδα σε όλο τον κόσμο. Τροφοδότησαν επίσης τη συζήτηση σχετικά με την πολιτική των ΗΠΑ στην αφρικανική ήπειρο, η οποία άλλαξε μετά τις μάχες στο Μογκαντίσου. «Αυτό είναι κάτι για το οποίο είμαι περήφανος – αν και εκείνη τη στιγμή, δεν περίμενα τον αντίκτυπό του» τονίζει ο εικονολήπτης.
Μέσα σε έξι μήνες, οι ΗΠΑ είχαν αποσύρει τις δυνάμεις τους από τη Σομαλία. Η ντροπιαστική αποτυχία της αποστολής στη Σομαλία έκανε τις ΗΠΑ επιφυλακτικές να παρέμβουν στις επόμενες αφρικανικές κρίσεις. Ήταν ο λόγος που αποφάσισαν να μην παρέμβουν στη γενοκτονία που εκτυλίχθηκε στη Ρουάντα.
Στις 3 Οκτωβρίου 1993 η Σαϊντά Ομάρ Μοχάμουντ έφερε στον κόσμο ένα κοριτσάκι. Συγγενείς και γείτονες συγκεντρώθηκαν στο σπίτι της για να τη συγχαρούν, καθώς η οικογένεια ετοιμαζόταν για μια παραδοσιακή τελετή ονοματοδοσίας. Οι ήχοι της μάχης έβαλαν τέλος στο εορταστικό κλίμα. Το πρώτο ελικόπτερο συνετρίβη μπροστά από το σπίτι της Σαΐντά. «Μέσα σε λίγα λεπτά 10 Αμερικανοί στρατιώτες εισέβαλαν στο σπίτι μας. Μας συγκέντρωσαν στο σαλόνι και μας είπαν να μην κουνηθούμε. Έβαλαν τους τραυματίες πάνω στο τραπέζι, τον έναν μετά τον άλλον, και τους έδιναν τις πρώτες βοήθειες. Ήταν φοβισμένοι και είχαμε τρομάξει και εμείς. Αποφάσισα να δώσω στην κόρη μου το όνομα Amina Rangers, λόγω τον Αμερικανών στρατιωτών» λέει η Σαΐντα.
Από την πλευρά της η Μπίντι τονίζει ότι η ιστορία ειπώθηκε μόνο από την αμερικανική πλευρά. «Χάσαμε αγαπημένα μας πρόσωπα σε αυτή τη μάχη. Οικογένειες σαν τη δική μου καταστράφηκαν. Κανείς δεν έχει μιλήσει για αυτά. Ήταν οι Αμερικανοί που κατέστρεψαν το σπίτι μου, σκότωσαν τον άντρα μου, τους δύο γιους μου και τον αδερφό μου και άφησαν την οικογένειά μου σε μόνιμη δυστυχία. Τουλάχιστον, πρέπει να παραδεχτούν τι έχουν κάνει και να μας αποζημιώσουν» τονίζει.