Η μουσική έχει αναδειχθεί ως ένα πολύτιμο εργαλείο για τους μέλλοντες γονείς, προσφέροντας έναν μοναδικό τρόπο σύνδεσης με τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Πρόσφατες έρευνες υποδεικνύουν ότι η μουσική μπορεί να έχει θετική επίδραση στην ανάπτυξη του εμβρύου, ειδικότερα όσον αφορά την ηρεμία και τη ρύθμιση των καρδιακών παλμών.
Μια ομάδα επιστημόνων δημοσίευσε τα ευρήματά της στο περιοδικό Chaos, όπου συμμετείχαν 36 έγκυες γυναίκες. Οι ερευνητές επέλεξαν δύο κλασικά κομμάτια: το «The Swan» του Καμίλ Σεν-Σανς και το «Arpa de Oro» του Αμπούντιο Μαρτίνεζ. Η μελέτη περιλάμβανε τη χρήση εξωτερικών συσκευών παρακολούθησης του καρδιακού ρυθμού για να καταγράψουν τις αντιδράσεις των εμβρύων κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής αυτών των κομματιών.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν αλλαγές στη μεταβλητότητα των καρδιακών παλμών των εμβρύων κατά τη διάρκεια και μετά την αναπαραγωγή της μουσικής. Αυτές οι αλλαγές υποδηλώνουν ότι η μουσική μπορεί να έχει ηρεμιστική επίδραση στα έμβρυα, κάτι που ενδέχεται να προσφέρει αναπτυξιακά οφέλη. Η ικανότητα της μουσικής να επηρεάζει τον καρδιακό ρυθμό μπορεί να σχετίζεται με την ψυχική κατάσταση της μητέρας, καθώς η ηρεμία μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο μέσω βιολογικών μηχανισμών.
Η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε εργαλεία μαθηματικής ανάλυσης για να εντοπίσει μοτίβα στη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού, δείκτη που μετρά τον χρόνο μεταξύ των μεμονωμένων παλμών. Αυτό το στοιχείο μπορεί να παρέχει πληροφορίες για την ωρίμανση του αυτόνομου νευρικού συστήματος του εμβρύου, με τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα να υποδηλώνει συχνά υγιή ανάπτυξη.
«Συνολικά, ανακαλύψαμε ότι η έκθεση στη μουσική είχε ως αποτέλεσμα πιο σταθερά και προβλέψιμα πρότυπα καρδιακών παλμών του εμβρύου. Υποθέτουμε ότι αυτή η στιγμιαία επίδραση θα μπορούσε να διεγείρει την ανάπτυξη του αυτόνομου νευρικού συστήματος του εμβρύου», δηλώνει η συγγραφέας Κλαούντια Λέρμα, από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιολογίας Ignacio Chavez στο Μεξικό.
Εκτός από τις συνολικές επιδράσεις της μουσικής, οι ερευνητές εξέτασαν και τις διαφορές μεταξύ των δύο κλασικών συνθέσεων και διαπίστωσαν ότι ενώ και τα δύο ήταν αποτελεσματικά, η μελωδία της μεξικανικής κιθάρας στη δεύτερη σύνθεση είχε ισχυρότερη επίδραση. «Παράγοντες όπως τα ρυθμικά χαρακτηριστικά, η μελωδική δομή ή η πολιτισμική εξοικείωση μπορεί να συνδέονται με αυτήν τη διαφοροποίηση», εξηγεί ο συγγραφέας Έρικ Αλόνσο Αμπάρκα-Κάστρο, επίκουρος καθηγητής στο Μητροπολιτικό Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού.
Οι συγγραφείς της μελέτης σκοπεύουν να συνεχίσουν την έρευνα, εξετάζοντας διαφορετικά είδη και τύπους μουσικής για την περαιτέρω κατανόηση της επίδρασής τους.
Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων