Μια τετραμελής οικογένεια δολοφονήθηκε άγρια μέσα στο σπίτι της. Ο δράστης άφησε πίσω κάθε είδους στοιχείο. Αποτυπώματα, αίμα, DNA, ρούχα, ακόμα και κόπρανα. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχει εντοπιστεί
Όταν οι αρχές του Τόκιο μπήκαν στο σπίτι της οικογένειας Μιγιαζάβα βρέθηκαν μπροστά σε ένα αποτρόπαιο θέαμα. Και τα τέσσερα μέλη της οικογένειας είχαν δολοφονηθεί άγρια. Ο δράστης δεν κάνει καμία προσπάθεια να καλύψει τα ίχνη του. Στο σπίτι βρέθηκαν τα αποτυπώματα, το αίμα, το DNA, τα ρούχα, ακόμα και τα κόπρανα του. Ήταν τόσο πολλά τα στοιχεία που οι ντέτεκτιβ που ανέλαβαν την υπόθεση ήταν σίγουροι ότι σύντομα ο δολοφόνος θα εντοπιστεί. «Είμαστε αισιόδοξοι ότι θα λύσουμε άμεσα την υπόθεση» είπε ένας από αυτούς στους δημοσιογράφους. Περίπου 25 χρόνια μετά το έγκλημα στο πάρκο Σεταγκάγια στοιχείωνει ακόμα την Ιαπωνία. Ο δολοφόνος παραμένει ασύλληπτος.
H οικογένεια
Οι Μιγιαζάβα ήταν μια μεσοαστική ιαπωνική οικογένεια. Ο πατέρας, Μίκιο (44 ετών) εργαζόταν σε μια βρετανική συμβουλευτική εταιρία και η μητέρα Γιάσουκο (41) είχε φροντιστήριο. Είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, την 8χρονη Νίνα και τον 6χρονο Ρέι. Η οικογένεια ήταν μια από τις τελευταίες που έμεναν στην περιοχή του πάρκου Σεταγκάγια. Ο δήμος σε συνεργασία με κατασκευαστική εταιρία ήθελε να επεκτείνει και να διαμορφώσει το πάρκο και είχε αγοράσει τα περισσότερα σπίτια εκεί. Οι Μιγιαζάβα είχαν αποφασίσει να πουλήσουν και το δικό τους σπίτι αλλά παρέτειναν τη μετακόμιση καθώς ανησυχούσαν για την προσαρμογή του 6χρονου Ρέι ο οποίος αντιμετώπιζε μαθησιακές δυσκολίες.
Το απόγευμα της 30στής Δεκεμβρίου 2000 η οικογένεια πήγε σε εμπορικό κέντρο και επέστρεψε στο σπίτι. Στις 19:00 η Γιάσουκο μίλησε στο τηλέφωνο με τη μητέρα της η οποία ζούσε στο διπλανό σπίτι (το οποίο είναι μεσοτοιχία με αυτό των Μιγιαζάβα). Η έρευνα έδειξε ότι στις 21:38 η 8χρονη Νίνα έβλεπε μια εκπομπή στον υπολογιστή της.
Η δολοφονία
Κάπου μεταξύ 23:30 της 30στής Δεκεμβρίου και 00:05 της 31ης ο δράστης μπήκε στο σπίτι. Τα στοιχεία έδειξαν ότι πήδηξε τον φράχτη και στη συνέχεια, πατώντας στη μονάδα του air condition, ανέβηκε στο παράθυρο του μπάνιου του 1ου ορόφου που ήταν ανοιχτό. Έκοψε την σίτα και μπήκε στο σπίτι. Κατευθύνθηκε στο δωμάτιο του Ρέι, που βρισκόταν στον ίδιο όροφο. Το παιδί κοιμόταν και ο δολοφόνος το στραγγάλισε με τα χέρια τους. Ο Μίκιο Μιγιαζάβα καθόταν στον υπολογιστή του κι όταν άκουσε φασαρία στον 1ο όροφο ανέβηκε τη σκάλα. Πιθανότατα συνάντησε τον δολοφόνο όταν έβγαινε από το δωμάτιο του Ρέι.
Ο δράστης κρατούσε ένα μαχαίρι που χρησιμοποιείται για σασίμι. Με αυτό επιτέθηκε στον 44χρονο. Ακολούθησε συμπλοκή με τον δολοφόνο να τραυματίζεται στο χέρι αλλά να σκοτώνει τελικά τον Μίκιο Μιγιαζάβα του οποίου το πτώμα βρέθηκε στη βάση της σκάλας. Μέσα στο κρανίο του είχε σπάσει ένα κομμάτι από τη λάμα του μαχαιριού.
Στη συνέχεια ο δολοφόνος ανέβηκε στη όπου κοιμούνταν η μητέρα και η 8χρονη Νίνα. Τους επιτέθηκε με το σπασμένο μαχαίρι. Στη συνέχεια πήγε στην κουζίνα και πήρε ένα μαχαίρι «σαντόκου» το οποίο υπάρχει σχεδόν σε όλα τα ιαπωνικά σπίτια. Επέστρεψε στη σοφίτα και μαχαίρωσε ξανά μητέρα και κόρη. Τα στοιχεία δείχνουν ότι και οι δύο τους αντιστάθηκαν και επιχείρησαν να ξεφύγουν. Ο δολοφόνος τις μαχαίρωσε επανειλημμένα (πρώτα με το σπασμένο και μετά με το μαχαίρι του σπιτιού) μέχρι που ξεψύχησαν. Τα πτώματα τους βρέθηκαν στη βάση της κάθετης σκάλας που οδηγούσε στην σοφίτα. Το πρόσωπο της 8χρονης ήταν χτυπημένο σε σημείο που της είχαν φύγει δόντια. Ο δράστης την είχε χτυπήσει άγρια αφού την σκότωσε.
Έχοντας σκοτώσει και τα τέσσερα μέλη της οικογένειας ο δολοφόνος έμεινε στο σπίτι για τουλάχιστον δύο ώρες. Η αστυνομία αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να παρέμεινε ακόμα και δέκα.
Φρόντισε τις πληγές του και άφησε πίσω ματωμένες γάζες, σερβιέτες και πετσέτες. Στη συνέχεια ήπιε τέσσερα μπουκάλια τσάι, έφαγε πεπόνι και παγωτό. Το τελευταίο χωρίς να χρησιμοποιήσει κουτάλι. Πίεζε τη συσκευασία και δάγκωνε το παγωτό με αποτέλεσμα να μείνει εκεί το σάλιο του. Αφού έφαγε πήγε στο μπάνιο και αφόδευσε χωρίς να τραβήξει το καζανάκι.
Η έρευνα έδειξε ότι έψαξε τα συρτάρια και μετέφερε κάποια έγγραφα στο μπάνιο. Εκεί τα έκοψε με ψαλίδι και τα χέρια του και τα άφησε μέσα στην μισογεμάτη με νερό μπανιέρα. Στις 01:18π.μ. χρησιμοποίησε έναν υπολογιστή που υπήρχε στο σπίτι. Δημιούργησε έναν φάκελο (χωρίς να σώσει τελικά κάτι εκεί) και επιχείρησε να κλείσει εισιτήρια σε μια θεατρική παράσταση την οποία είχε βάλει στα «αγαπημένα» η Γιάσουκο Μιγιαζάβα.
Σύμφωνα με κάποιες αναφορές ο δράστης κοιμήθηκε για λίγο στον καναπέ πριν αποφασίσει να φύγει από το σπίτι. Η μεταγενέστερη έρευνα δεν υποστηρίζει αυτό το σενάριο.
Δεν είναι ξεκάθαρο πότε δολοφόνος έφυγε από το σπίτι. Οι αρχές εικάζουν το έκανε λίγο αφότου χρησιμοποίησε τον υπολογιστή (περίπου δηλαδή στις 02:00). Έβγαλε το σταθερό τηλέφωνο από την πρίζα και βγήκε από το παράθυρο του μπάνιου από το οποίο είχε μπει. Το πρωινό της 31ης Δεκεμβρίου η μητέρα της Γιάσουκο Μιγιαζάβα επιχείρησε να επικοινωνήσει με την κόρη της. Το τηλέφωνο ήταν νεκρό και έτσι η ηλικιωμένη πήγε στο διπλανό σπίτι. Άνοιξε με τα κλειδιά που της είχαν δώσει και αντίκρισε την απόλυτη φρίκη…
Τα στοιχεία
Από την πρώτη στιγμή έγινε ξεκάθαρο πως ο δολοφόνος δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να καλύψει τα ίχνη του. Είχε αφήσει πίσω όλα όσα χρειάζονται οι αρχές για να εξιχνιάσουν ένα τέτοιο έγκλημα ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν όλοι.
Η αστυνομία είχε αίμα, σάλιο και κόπρανα του δράστη ο οποίος είχε αφήσει πίσω και σχεδόν όλα του τα ρούχα και προσωπικά του αντικείμενα. Συγκεκριμένα βρέθηκαν: Το μαχαίρι για σασίμι που χρησιμοποίησε στο έγκλημα, ένα μακρυμάνικο μπλουζάκι γκρι στον κορμό με μοβ μανίκια το οποίο είχε διπλώσει επιμελώς, ένα μαύρο μπουφάν, ένα κασκόλ, ένα καπέλο, μαύρα δερμάτινα γάντια με επένδυση (το ένα κομμένο στο σημείο που είχε κοπεί ο δολοφόνος), δύο μαύρα μαντίλια κι ένα τσαντάκι μέσης.
Από της πατημασιές στην αυλή και μέσα στο σπίτι οι αρχές συμπέραναν ότι ο δολοφόνος φορούσε αθλητικά παπούτσια μάρκας «Slazenger» νούμερο 43. Τα συγκριμένα παπούτσια πωλούνται μόνο στη Νότια Κορέα και δεν κυκλοφορούσαν στην ιαπωνική αγορά.
Η ανάλυση έδειξε ότι ο δολοφόνος είχε χρησιμοποιήσει το ένα μαντίλι για να καλύψει τη λαβή του μαχαιριού του. Το μαντίλι είχε ένα άνοιγμα 3 εκατοστών από το οποίο είχε περάσει τη λάμα. Το δεύτερο μαντίλι πιθανότατα το είχε βάλει στο πρόσωπο σαν μάσκα. Στο ένα μαντίλι εντοπίστηκε το γαλλικό άρωμα «DRAKKAR NOIR» το οποίο ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στην κοινότητα των σκέιτερς.
Μέσα στην τσάντα, την οποία ο δράστης χρησιμοποιούσε για μεγάλο διάστημα, εντοπίστηκαν κόκκοι άμμου. Το αποτέλεσμα της έρευνας εξέπληξε τους πάντες. Η άμμος προερχόταν από την έρημο Μοχάβε στην κωμόπολη Καλιφόρνια Σίτι, από μια περιοχή κοντά στη στρατιωτική βάση Έντουαρντς. Επίσης βρέθηκε υλικό από ταινίες που χρησιμοποιούν οι σκέιτερς. Τέλος εντοπίστηκαν υπολείμματα κόκκινης φωσφορίζουσας μπογιάς. Πιθανότατα ο δράστης είχε βάλει στην τσάντα κάποιον μαρκαδόρο υπογράμμισης.
Το προφίλ του δράστη
Η έρευνα και η ανάλυση των στοιχείων έδειξε ότι ο δολοφόνος είναι άνδρας 15 έως 24 ετών. Λεπτός, περίπου 1,70 σε ύψος, με μαύρα μαλλιά (βρέθηκαν τρίχες του στο καπέλο), πιθανότατα δεξιόχειρας με αίμα ομάδας «Α».
Από την ανάλυση του DNA συμπέραναν ότι η μητέρα του είχε καταγωγή (όχι απαραίτητα άμεση) από χώρα κοντά στην Αδριατική. Ο πατέρας του ήταν από τη νότια Ασία με μεγαλύτερες πιθανότητες να έχει καταγωγή από τη Νότια Κορέα χωρίς να αποκλείεται να είναι Ιάπωνας.
Στο αίμα του δεν βρέθηκε ίχνος αλκοόλ ή ναρκωτικών και δεν κάπνιζε. Παρότι στο ψυγείο υπήρχαν μπίρες και κόκα κόλα αυτός επέλεξε να πιεί τσάι.
Τα κόπρανα του έδειξαν ότι πρόσφατα είχε φάει φασολάκια με σουσάμι, ένα δημοφιλές σπιτικό ιαπωνικό φαγητό.
Οι αρχές επιχείρησαν να ταυτοποιήσοουν τον δράστη μέσω αποτυπωμάτων και DNA. Ζήτησαν μάλιστα τη συνδρομή και των Κορεατών. Το προφίλ του δολοφόνου όμως δεν υπήρχε σε καμία βάση δεδομένων. Τα στοιχεία ήταν πάρα πολλά αλλά τελικά δεν βοήθησαν.
Η έρευνα
Η περίπτωση ληστείας απορρίφθηκε γρήγορα. Ο δράστης είχε πάρει μαζί του κάποια χρήματα (κι ένα μπλουζάκι του Μίκιο Μιγιαζάβα) αλλά είχε αφήσει πίσω ένα μεγάλο ποσό και όλα τα πολύτιμα αντικείμενα.
Η αστυνομία ερεύνησε το περιβάλλον της οικογένειας για το ενδεχόμενο να ήταν έγκλημα εκδίκησης. Όλοι συμφώνησαν ότι οι Μιγιαζάβα δεν είχαν εχθρούς ούτε οικονομικές διαφορές με κάποιον.
Μια πληροφορία έδωσε άλλη κατεύθυνση στην έρευνα. Λίγο καιρό πριν το έγκλημα ο Μίκιο Μιγιαζάβα είχε έρθει σε κόντρα με τους σκέιτερς που μαζεύονταν στο κοντινό πάρκο. Τους είχε ζητήσει να κάνουν ησυχία και λογόφεραν. Με δεδομένο ότι ο δράστης φορούσε ρούχα και άρωμα που επιλέγουν συχνά οι σκέιτερς και στο τσαντάκι του βρέθηκαν υπολείμματα από ταινία που χρησιμοποιούν όσοι κάνουν σκέιτ οι αρχές εστίασαν εκεί. Οι ανακρίσεις όμως δεν απέφεραν καρπούς. Κανένας από τους σκέιτερ που ήταν στο πάρκο δεν θεωρήθηκε ύποπτος.
Με την Τύπο να παρακολουθεί στενά την υπόθεση και την έρευνα να μην αποδίδει οι αρχές βρίσκονταν υπό ασφυκτική πίεση. Η «σφαγή του Σεταγκάγια» εξελίχθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες έρευνες στην ιστορία της ιαπωνικής αστυνομίας. Συμμετείχαν χιλιάδες ερευνητές και δόθηκε αμοιβή 20εκατ. γεν για όποιον δώσει πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του δολοφόνου.
Λόγω της υπόθεσης άλλαξαν οι νόμοι που ίσχυαν για το DNA (για να διευρυνθεί η έρευνα) και για το πότε διαγράφεται ένα έγκλημα. Η συνεργασία ιαπωνικών και νοτιοκορεατικών αρχών ενισχύθηκε. Μέχρι σήμερα πάνω από 10 ντετέκτιβ ασχολούνται με το έγκλημα, η αμοιβή ισχύει ακόμα όμως ο δράστης δεν έχει εντοπιστεί.
Οι θεωρίες
Τα στοιχεία δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο δολοφόνος ήταν ένας πολύ νεαρός άντρας. Από εκεί και πέρα όμως το ένα εύρημα αντικρούει το άλλο. Το DNA «δείχνει» ότι το πιο πιθανό είναι να μην πρόκειται για Ιάπωνα. Το ίδιο και τα παπούτσια που δεν κυκλοφορούσαν στην χώρα. Πιθανότατα πρόκειται για Κορεάτη του οποίου η μητέρα είχε καταγωγή από την Ιταλία, την Κροατία ή την Ελλάδα.
Από την άλλη τα ευρήματα στα κόπρανα του δείχνουν κάποιον που έχει φάει σπιτικό ιαπωνικό φαγητό και οι αρχές θεώρησαν ότι μένει με τη μητέρα του ή με συγγενείς του. Παράλληλα φάνηκε να γνωρίζει την περιοχή. Κατά μια εκδοχή είχε παρακολουθήσει την οικογένεια και ίσως να είχε μπει ξανά στο σπίτι όταν έλειπαν. Επιπλέον λόγω της πολιτικής που υπάρχει στη Νότια Κορέα αν είχε ζήσει στη χώρα ή την είχε επισκεφθεί τα αποτυπώματα του θα υπήρχαν στο σύστημα.
Οι αρχές θεωρούν ότι είναι πολύ πιθανό να είναι στρατιωτικός. Αυτό το ενδεχόμενο ενισχύει η άμμος από την έρημο κοντά στην αμερικανική βάση, το γεγονός ότι το πάρκο Σεντακάγια βρίσκεται κοντά σε ιαπωνική βάση αλλά και ο τρόπος που κινήθηκε ο δολοφόνος μέσα στο σπίτι. Ίσως ο δράστης να ζούσε και να είχε εκπαιδευτεί στην Αμερική και να έκανε θητεία στην Ιαπωνία. Στον αντίλογο τα ίχνη από μαρκαδόρο υπογράμμισης στο τσαντάκι «δείχνουν» φοιτητή. Μια σειρά από στοιχεία βάζουν στο κάδρο και το σκέιτ.
Επίλογος
Η «σφαγή στο Σεταγκάγια» στοιχειώνει μέχρι σήμερα την Ιαπωνία και αποτελεί μοναδική περίπτωση στα εγκληματολογικά χρονικά. Ένας δολοφόνος που άφησε κάθε είδους στοιχείο πίσω του και δεν βιάστηκε να φύγει από τον τόπο του εγκλήματος κατάφερε να παραμείνει ασύλληπτος για 25 χρόνια. Οι αρχές ελπίζουν πως κάποια στιγμή συγγενικό του DNA θα εμφανιστεί στα αρχεία τους και τότε η δικαιοσύνη θα αποδοθεί.